
H αγορά των φαρμακευτικών και αρωματικών φυτών στην Ευρώπη
του Παναγιώτη Παπαδόπουλου
Γεωπόνος MSc, project manager Med Culture
Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται με σταθερό ρυθμό η κατανάλωση διάφορων προϊόντων βασισμένων σε Φαρμακευτικά & Αρωματικά Φυτά (ΦΑΦ), όπως αφεψήματα/ροφήματα βοτάνων, διαιτητικά συμπληρώματα, λειτουργικά τρόφιμα, διατροφικά φαρμακευτικά, φυτικά & βοτανικά φάρμακα, ομοιοπαθητικά φάρμακα και αρωματοθεραπευτικά έλαια. Τα παραπάνω κυκλοφορούν αναλόγως με τους περιορισμούς του εκάστοτε εθνικού και ευρωπαϊκού νομοθετικού πλαισίου. Τα φυτοχημικά συστατικά των ΦΑΦ, οι δευτερογενείς μεταβολίτες τους ως αιθέρια έλαια ή εκχυλίσματα, μελετώνται και χρησιμοποιούνται πλέον ως φυτοφάρμακα ή ανθρώπινα φάρμακα μη συνθετικής προέλευσης. Σήμερα προωθούνται συνεχώς στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) αιτήματα για την έγκριση φυτικών σκευασμάτων ως παραδοσιακών φαρμάκων, δηλαδή ως προϊόντων που μπορούν να έχουν ήπιες ευεργετικές ιδιότητες.
Αντίστοιχα μεγάλο είναι και το ενδιαφέρον της παγκόσμιας αγοράς για πρώτες ύλες ΦΑΦ και επομένως την πιο συστηματική καλλιέργεια τους. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες φαίνεται να επικρατούν δύο τάσεις στην παραγωγή και αγορά των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρώτη αφορά στη μεγάλης κλίμακα παραγωγή χαμηλής αξίας προϊόντων, η οποία βρίσκεται σε φάση κάμψης και αντικαθίσταται από εισαγωγές. Η δεύτερη τάση – που θεωρώ πως θα πρέπει να μας ενδιαφέρει και περισσότερο σαν χώρα- αναφέρεται στην εξειδικευμένη παραγωγή ορισμένων φυτών και ιδιαίτερα στην ανάπτυξη τυποποιημένων προϊόντων με πιστοποίηση βιολογικής γεωργίας.
Οι μεγάλοι αγοραστές αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, ιδίως αυτών που προορίζονται για ροφήματα, συμπληρώματα διατροφής ή εξειδικευμένες χρήσεις, προτιμούν να αγοράζουν τοπικά τις πρώτες ύλες τους από παραγωγούς που εμπιστεύονται. Στα ομοιοπαθητικά φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιούν φρεσκοσυλλεγόμενη βιομάζα. Επιπρόσθετα, πολλές εταιρίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξερεύνηση και παραλαβή επιθυμητών και “ταυτοποιημένων” αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών από διασκορπισμένους σ’ όλο τον κόσμο προμηθευτές. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εταιρίες αγοράζουν χαμηλής αξίας αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά από εισαγωγές και τα αναμιγνύουν με φυτικά υλικά υψηλής ποιότητας, που παράγονται με υψηλότερο κόστος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με εξαίρεση ορισμένες εταιρίες των Η.Π.Α. και αρκετές μονάδες απόσταξης στην Ασία, οι σημαντικές μονάδες μεγάλης κλίμακας αποσταγμάτων βρίσκονται στην Ευρώπη.
Οι Ευρωπαίοι αγοραστές των φαρμακευτικών και αρωματικών φυτικών πρώτων υλών, είναι πλέον αρκετά ισχυροί και είναι πολύ δύσκολο για μικρούς προμηθευτές να συμμορφωθούν με τις υψηλές εμπορικές προδιαγραφές που θέτουν οι αγοραστές (ποιοτικά κριτήρια, πιστοποιήσεις, κ.α.), ενώ ταυτόχρονα συμπιέζουν τις τιμές της αγοράς. Οι μεγάλοι παίκτες επίσης προσπαθούν να περιορίσουν τους προμηθευτές τους σε εκείνους που προσφέρουν αξιόπιστες (μεγάλες) ποσότητες και υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Από την άλλη παραμένουν στην αγορά και μικρότεροι μεταποιητές και οι ποσότητες που απαιτούνται σε σχέση με πολλά φαρμακευτικά και αρωματικά φυτικά είναι ακόμη περιορισμένες. Ως εκ τούτου, η προμήθεια μέσω μικρότερων, εξειδικευμένων εισαγωγέων παραμένει ζωτικής σημασίας για τη βιομηχανία και την αγορά αυτή.
Τα φυτικά φυσικά συστατικά από ΦΑΦ για προϊόντα υγείας μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με βάση την τελική εφαρμογή τους στην αγορά (φυτικά φαρμακευτικά προϊόντα έναντι συμπληρωμάτων διατροφής) ή με βάση τον τύπο/προέλευση των ειδών (τροπικά, υποτροπικά ή εύκρατης ζώνης). Στις χώρες της ΕΕ η πιο σημαντική διαφοροποίηση στα φυσικά/φυτικά συστατικά που προορίζονται για προϊόντα υγείας, βασίζεται στη νομοθεσία που εφαρμόζει η Γενική Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (Directorate General Health and Food Safety).
Αυτή αποτελείται από: α) τη βιομηχανία της δημόσιας υγείας, που δίνει έμφαση στα φυτικά φαρμακευτικά προϊόντα και β) παραγωγούς που εστιάζουν στην υγεία, εντός της βιομηχανίας τροφίμων, με έμφαση στην βιομηχανία των συμπληρωμάτων διατροφής.
Τα παραγόμενα συστατικά μπορούν να προσφερθούν ως πρώτες ύλες, εκχυλίσματα και ενεργά συστατικά που χρησιμοποιούνται και αυτά ως πρώτες ύλες. Και οι δύο βιομηχανικοί τομείς κάνουν χρήση των πρώτων αυτών υλών και εκχυλισμάτων βάσει των διεθνών, περιφερειακών ή εθνικών προτύπων και μονογραφιών. Τα φυσικά συστατικά ως δραστικές ουσίες χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία της υγείας, καθώς και για την παραγωγή δραστικών φαρμακευτικών συστατικών (APIs).
Βασικά χαρακτηριστικά της Βιομηχανίας φυτικών φαρμακευτικών προϊόντων & συμπληρωμάτων διατροφής:
Βιομηχανία φυτικών φαρμακευτικών προϊόντων | Βιομηχανία συμπληρωμάτων διατροφής | |
Μέγεθος αγοράς και δυναμική | Μικρή η υπάρχουσα αγορά με οριακή ανάπτυξη, λόγω περιορισμένων ενδείξεων | Μεσαίου μεγέθους αγορά με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης λόγω νέων ενδείξεων (π.χ. για το στρες και το άγχος) |
Ανταγωνισμός και περιθώρια κέρδους | Τακτικές δυσκολίες εφοδιασμού.
Ανταγωνιστική αγορά Μέτρια περιθώρια κέρδους Δύσκολο για τους νέους παραγωγούς να εισέλθουν στην αγορά |
Άκρως ανταγωνιστική αγορά Χαμηλή περιθώρια (στην περίπτωση των καθιερωμένων ειδών !) Συγκριτικά εύκολο για τους νέους παίκτες να εισέλθουν στην αγορά
|
Φορείς/παίκτες της αγοράς και απαιτήσεις σε όγκο παραγωγής | Μικρός αλλά αυξανόμενος όγκος, λιγότερο φανεροί οι παίκτες | Ουσιαστική και σημαντική η αύξηση του όγκου, φανεροί οι παίκτες |
Πρώτη ύλη | Οι πρώτες ύλες προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από άγρια συλλογή | Πρώτες ύλες κυρίως καλλιεργούμενες και συχνά καλά τεκμηριωμένες καθώς χρησιμοποιούνται επίσης στις βιομηχανίες της δημόσιας υγείας. Αυξανόμενη σημασία της πιστοποίησης προϊόντων βιολογικής γεωργίας – ΒΙΟ και δίκαιου εμπορίου – fair trade (σε συγκεκριμένες αγορές) |
Πηγές τροφοδοσίας | Οι έμποροι είναι το κύριο κανάλι της αγοράς | Οι έμποροι, οι μεταποιητές και οι βιομηχανίες είναι τα κύρια κανάλια της αγοράς |
Αξία της αλυσίδας | Υψηλό επίπεδο καθετοποίησης (vertical integration) της αλυσίδας | Υψηλό επίπεδο καθετοποίησης (vertical integration) της αλυσίδας |
Εμπορικές συναλλαγές | Οι εμπορικές σχέσεις πρόσφορες για συνεργασία. |
Για τα καθιερωμένα είδη, οι εμπορικές σχέσεις έχουν επικεντρωθεί στη μεγιστοποίηση της ασφάλειας εφοδιασμού και τη μείωση του αντίστοιχου κόστους. Για καινοτόμα συστατικά υπάρχει ανάγκη και περιθώρια για συνεργασία. |
Ποιοτικός έλεγχος | Αυξανόμενα τα επίπεδα της τυποποίησης | Αυξανόμενα τα επίπεδα της τυποποίησης |
Βιομηχανία φυτικών φαρμακευτικών προϊόντων
Η βιομηχανία φυτικών φαρμακευτικών προϊόντων διαφοροποιείται ως προς τα κανάλια προέλευσης των διαφορετικών φυτικών φαρμακευτικών που διακινούνται στην Ευρωπαϊκή αγορά, άλλα και σε ότι αφορά την δομή και την φύση των επιχειρήσεων που συμμετέχουν. Τα μεγέθη και η εστίαση των σχετικών επιχειρήσεων ποικίλλουν. Ορισμένες εταιρείες απαιτούν τυποποιημένα και αποδεδειγμένης δράσης συστατικά, ενώ άλλοι δίνουν μικρή σημασία στην αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα του προϊόντος και μερικές φορές λίγο έμφαση στην ποιότητα. Τέλος, κάποιοι ενσωματώνουν περιβαλλοντικές και κοινωνικές ανησυχίες των καταναλωτών στις επιχειρηματικές τους πρακτικές.
Βιομηχανία συμπληρωμάτων διατροφής
Το εύρος των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στα συμπληρώματα διατροφής είναι πολύ μεγάλο και περιλαμβάνει εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές κατηγορίες «προϊόντων υγείας», συμπεριλαμβανομένων των φυσικών καλλυντικών, φαρμάκων φυτικής προέλευσης και αρωματοθεραπεία, άλλα και πιο εξειδικευμένους παίκτες. Παράγουν τα συμπληρώματα τα οποία δεν μπορούν να σημανθούν με φαρμακευτικές ενδείξεις, αλλά μπορεί να φέρουν ισχυρισμούς υγείας και διατροφής.
Ενδεικτικά στοιχεία της αγοράς:
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η μεγαλύτερη αγορά αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών στον κόσμο, από άποψη οργανωμένης εμπορικής δομής. Η Κίνα και η Ινδία, εκτιμώνται ως μεγαλύτερες αγορές με κριτήριο την ποσότητας παραγωγής, αλλά σημαντικό μέρος του εμπορίου τους είναι άτυπο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει μεγάλες ποσότητες παρά το ότι αυξάνεται και η εσωτερική της παραγωγή, με εκτάσεις που ξεπερνούν τα 1.500.000 στρέμματα. Από τα 1.200 – 1.300 κοινά είδη βοτάνων στην Ε.Ε. καλλιεργούνται περίπου 130. Προεξάρχουσες χώρες παραγωγής είναι η Γαλλία και η Ισπανία, που κατέχουν το 70% περίπου της συνολικής παραγωγής, με ιδιαίτερα αναπτυγμένη τεχνογνωσία και παραγωγή στον τομέα αυτό. Ακολουθούν Γερμανία, Αυστρία, Βουλγαρία, Ιταλία και Πολωνία.
Η Γερμανία είναι ο πιο σημαντικός εισαγωγέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέχοντας το 38% της αγοράς. Ακολουθούν η Γαλλία με 17% και η Ιταλία με 9%. Οι τρεις αυτές χώρες είναι και οι κύριοι μεταποιητές αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών στην Ευρώπη. Η αγορά των αρωματικών φυτών στις χώρες της δυτικής Ευρώπης βρίσκεται σε συνεχόμενη ανάπτυξη. Γενικά, υποσχόμενες αγορές εξαγωγών αρωματικών φυτών στην Ευρώπη είναι η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία. Η Γερμανία κατέχει την πρώτη θέση στην αγορά αρωματικών φυτών και στην μεταποίησή τους.
Η Γαλλία είναι πρώτη στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων στην Ευρώπη, γεγονός που την κάνει μία πολύ ελπιδοφόρα αγορά για τα αρωματικά φυτά, ειδικότερα για τα βιολογικά. Παρόλ’ αυτά, οι εισαγωγές της Γαλλίας αυξάνονται κυρίως για τα ήδη μεταποιημένα προϊόντα των αρωματικών φυτών όπως είναι τα αποστάγματα και τα εκχυλίσματα. Η Γερμανία και η Γαλλία είναι οι χώρες της Ευρώπης που ηγούνται της παραγωγής φαρμακευτικών προϊόντων από βότανα. Φαρμακευτικά δραστικά συστατικά (API: Active Pharmaceutical Ingridients) μπορούν να παρασκευαστούν από εκχυλίσματα που παραλαμβάνονται από την παραγωγή των φαρμακευτικών και αρωματικών φυτών (MAPs). Το 2014 στην Γερμανία δαπανήθηκαν 1,8 δις ευρώ για φαρμακευτικά προϊόντα από βότανα.
Η Αγγλία επίσης έχει πολύ σημαντικές εισαγωγές αρωματικών φυτών. Η βιομηχανία μεταποίησης αρωματικών φυτών βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη και παρέχει προσοδοφόρο έδαφος για τους παραγωγούς/εμπόρους αρωματικών φυτών και μεταποιημένων προϊόντων. Η προσοχή της Αγγλίας στρέφεται πολύ και σε εξωτικά είδη φυτών, εκτός από τα παραδοσιακά αρωματικά φυτά της δυτικής ιατρικής.
Η Ελληνική προοπτική

Καλλιέργεια Ελληνικής ρίγανης στον ορεινό Πάρνωνα
Στην Ελλάδα οι πειραματισμοί και κάποιες προσπάθειες τα τελευταία χρόνια μας έδειξαν ότι τα ΦΑΦ μπορούν να αποτελέσουν νέες υποσχόμενες, δυναμικές καλλιέργειες. Ζητούμενα όμως παραμένουν τόσο η οργάνωση των παραγωγών, όσο και η γνώση των τεχνικών από την καλλιέργεια μέχρι τη μεταποίηση και εμπορία των τελικών προϊόντων.
Η έρευνα και ταυτοποίηση του εγχώριου γενετικού υλικού, σε συνδυασμό με το βιολογικό τρόπο καλλιέργειας μπορούν να αποτελέσουν τα βασικά πλεονεκτήματα των ελληνικών ΦΑΦ στη διεθνή αγορά. Τα παραπάνω μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλότερες αποδόσεις άλλα και καλύτερα ποιοτικά και ποσοτικά αποτελέσματα ως προς τους δευτερογενείς τους μεταβολίτες που είναι τα συστατικά για τα οποία καλλιεργούνται (για μεταποίηση ως αιθέριο έλαιο & εκχυλίσματα).
Πηγές – Αναφορές:
– CBI Trade Statistics: Natural Ingredients for Health Products in Europe 2015
– Κατσιώτης Σ. & Χατζοπούλου, Π 2010, Αρωματικά φαρμακευτικά φυτά και αιθέρια έλαια: παραγωγή, επεξεργασία, μεταποίηση, αξιοποίηση, διεθνείς αγορές, αρωματοθεραπεία, αρωματοποιΐα, Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
– Κουτσός Θ., 2006. Αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά. Εκδόσεις Ζήτη
– Βογιατζή – Καμβούκου Ε., «Επιλογή Αρωματικών και Φαρμακευτικών Φυτών» Εκδόσεις Σύγχρονη Παιδεία. Θεσσαλονίκη 2004.• FAO: Στατιστικά δεδομένα: Food and Agriculture Organization of the United Nations. FAOSTAT. http://faostat3.fao.org/home/